
To Eagle’s syndrome ή στυλοειδής πόνος όπως συνήθως αναφέρεται, είναι ένα σπάνιο σύνδρομο το οποίο προκαλεί διάφορα συμπτώματα λόγω ανατομικής ιδιομορφίας της στυλοειδούς απόφυσης και των γύρω ιστών (στυλοειδές σύμπλεγμα).
Πρωτοπεριγράφηκε από τον Watt W. Eagle το 1937 όταν παρατήρησε σε ασθενή πόνο στην πρόσθια-έξω περιοχή του αυχένα, με συνδυασμό και άλλων συμπτωμάτων. Η ιδέα ότι το στυλοειδές σύμπλεγμα μπορεί να παράγει συμπτώματα δεν ήταν κάτι καινούριο καθώς είχε γίνει μία δημοσίευση μελέτης του φαινομένου σε ζώα ( Vesalius 1543) και αργότερα σε ανθρώπους (Marchetti 1656).
Η εμφάνιση του φαινομένου δεν είναι καθόλου συχνή, καθώς επηρεάζει τους 2 με 4 ανθρώπους κάθε 10000 ενώ μόνο το 4% των ανθρώπων με παρέκκλιση στο στυλοειδές σύμπλεγμα συνήθως θα εμφανίσουν έντονα συμπτώματα. Επομένως γίνεται κατανοητό πως σαν σύνδρομο συχνά μπερδεύεται με άλλες διαγνώσεις και συνήθως δε βρίσκεται ποτέ..
Προσπάθειες έγιναν κατά το παρελθόν να εξηγήσουν ποια αιτία αλλάζει την ανατομία της περιοχής. Ο Murtagh προσπάθησε να δει το θέμα κυρίως με εμβρυολογικές-αναπτυξιακές προεκτάσεις και επικεντρώθηκε κυρίως σε ανατομικές παρεκκλίσεις του στυλογναθικού συνδέσμου ή του χόνδρου του Reichter (εμβρυολογική ταξινόμηση κυττάρων που φτιάχνουν τη στυλοειδή- δες εικόνα). Μία δεύτερη θεώρηση είναι η μετατραυματική που περιγράφεται από τον Steinmann. Η δική του θεώρηση είναι πως υπάρχει αντιδραστική υπερπλασία σε φλεγμονώδεις αντιδράσεις. Μία τέτοια κλασσική περίπτωση θεωρείται η αφαίρεση των αμυγδαλών, η οποία θεωρείται από τις πιο συχνές προδιαθεσικές τραυματικές αιτίες του συνδρόμου.
Η κλινική εικόνα συνήθως αποτελείται από δύο κυρίως ομάδες. Η πρώτη είναι η εμφάνιση του συνδρόμου κυρίως με πόνο ενώ στη δεύτερη το πρωταγωνιστικό στοιχείο είναι η πίεση της καρωτίδας. Στην πρώτη περίπτωση συνοδά συμπτώματα είναι αναφερόμενος πόνος (κυρίως μονόπλευρος) σε αυτί και κροταφογναθική, δυσφαγία- οδυνοφαγία, αίσθηση ξένου σώματος στον λαιμό και κάποιες φορές πόνος στη στροφή του αυχένα.
Στη δεύτερη περίπτωση τα πράγματα είναι πιο σοβαρά καθώς απειλείται έως και η ζωή του ατόμου. Στην πίεση της καρωτίδας μπορεί να προκύψουν προσυγκοπτικά, συγκοπτικά ή και ισχαιμικά φαινόμενα με ολέθρια αποτελέσματα.
Η αντιμετώπιση συνήθως ξεκινά συντηρητικά με φαρμακευτική αγωγή (αντιφλεγμονώδη, παυσίπονα, αντικαταθλιπτικά, κορτιζόνη κλπ) και αν αποτύχει τότε προτείνεται η χειρουργική παρέμβαση. Η χειρουργική αφαίρεση έχει δύο προσπελάσεις, μία ενδοστοματική και μία εξωτερική- οπίσθια. Η κάθε μία έχει τα θετικά και τα αρνητικά της, οπότε ο χειρουργός αποφασίζει ανά περίπτωση.